Europas Schande
Ein Gedicht von Günter Grass
Dem Chaos nah, weil dem Markt nicht gerecht,
bist fern Du dem Land, das die Wiege Dir lieh.
bist fern Du dem Land, das die Wiege Dir lieh.
Was mit der Seele gesucht, gefunden Dir galt,
wird abgetan nun, unter Schrottwert taxiert.
wird abgetan nun, unter Schrottwert taxiert.
Als Schuldner nackt an den Pranger gestellt, leidet ein Land,
dem Dank zu schulden Dir Redensart war.
dem Dank zu schulden Dir Redensart war.
Zur Armut verurteiltes Land, dessen Reichtum
gepflegt Museen schmückt: von Dir gehütete Beute.
gepflegt Museen schmückt: von Dir gehütete Beute.
Die mit der Waffen Gewalt das inselgesegnete Land
heimgesucht, trugen zur Uniform Hölderlin im Tornister.
heimgesucht, trugen zur Uniform Hölderlin im Tornister.
Kaum noch geduldetes Land, dessen Obristen von Dir
einst als Bündnispartner geduldet wurden.
einst als Bündnispartner geduldet wurden.
Rechtloses Land, dem der Rechthaber Macht
den Gürtel enger und enger schnallt.
den Gürtel enger und enger schnallt.
Dir trotzend trägt Antigone Schwarz und landesweit
kleidet Trauer das Volk, dessen Gast Du gewesen.
kleidet Trauer das Volk, dessen Gast Du gewesen.
Außer Landes jedoch hat dem Krösus verwandtes Gefolge
alles, was gülden glänzt gehortet in Deinen Tresoren.
alles, was gülden glänzt gehortet in Deinen Tresoren.
Sauf endlich, sauf! schreien der Kommissare Claqueure,
doch zornig gibt Sokrates Dir den Becher randvoll zurück.
doch zornig gibt Sokrates Dir den Becher randvoll zurück.
Verfluchen im Chor, was eigen Dir ist, werden die Götter,
deren Olymp zu enteignen Dein Wille verlangt.
deren Olymp zu enteignen Dein Wille verlangt.
Geistlos verkümmern wirst Du ohne das Land,
dessen Geist Dich, Europa, erdachte.
dessen Geist Dich, Europa, erdachte.
Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
του Γκίντερ Γκρας
Είσαι ένα βήμα πριν το χάος, μια και δεν ανταποκρίθηκες στις αγορές,
είσαι μακριά απ’ τη χώρα, που κάποτε σου δάνεισε το λίκνο.
είσαι μακριά απ’ τη χώρα, που κάποτε σου δάνεισε το λίκνο.
Ό,τι με την ψυχή ζητούσες και νόμιζες πως είχες βρει
τώρα το εξοβελίζεις, για σκουπίδι το περνάς.
τώρα το εξοβελίζεις, για σκουπίδι το περνάς.
Ολόγυμνη σαν οφειλέτης διαπομπεύεται, υποφέρει η χώρα εκείνη
που έλεγες και ξανάλεγες πως χάρη της χρωστάς.
που έλεγες και ξανάλεγες πως χάρη της χρωστάς.
Στη φτώχια καταδικασμένος τόπος, τόπος που ο πλούτος του
στολίζει τώρα τα μουσεία: λάφυρα που φυλάς Εσύ.
στολίζει τώρα τα μουσεία: λάφυρα που φυλάς Εσύ.
Κείνοι που χίμηξαν με τα όπλα στη χώρα την ευλογημένη με νησιά
στολή φορούσαν κι είχαν τον Χέλντερλιν κρυμμένο στο γυλιό.
στολή φορούσαν κι είχαν τον Χέλντερλιν κρυμμένο στο γυλιό.
Καμιά ανοχή πια γι’ αυτή τη χώρα, κι ας ανεχόσουν κάποτε
σαν σύμμαχους στο σβέρκο της τους κολονέλους.
σαν σύμμαχους στο σβέρκο της τους κολονέλους.
Χώρα που ζει πια δίχως δίκιο, με τη δύναμη αυτών που έχουν πάντα δίκιο
να της σφίγγει κάθε μέρα το ζωνάρι πιο σφιχτά.
να της σφίγγει κάθε μέρα το ζωνάρι πιο σφιχτά.
Κι όμως απείθαρχη η Αντιγόνη μαυροφορεί - σ’ όλη τη χώρα
πενθοφορεί ο λαός της που κάποτε σε είχε φιλέψει, σε είχε δεχθεί.
πενθοφορεί ο λαός της που κάποτε σε είχε φιλέψει, σε είχε δεχθεί.
Μα η κουστωδία του Κροίσου έχει στοιβάξει έξω απ’ τη χώρα,
στα δικά σου θησαυροφυλάκια, τα αστραφτερά μαλάματα.
στα δικά σου θησαυροφυλάκια, τα αστραφτερά μαλάματα.
Πιες, επιτέλους, πιες, αναβοούν των επιτρόπων οι χειροκροτητές,
μα ο Σωκράτης οργίλος σου γυρνά γεμάτο πίσω το ποτήρι.
μα ο Σωκράτης οργίλος σου γυρνά γεμάτο πίσω το ποτήρι.
Εν χορώ θα ρίξουν οι θεοί κατάρα σ’ ότι σου ανήκει,
μια κι είναι βούλησή σου τον Όλυμπό τους να πουλήσεις .
μια κι είναι βούλησή σου τον Όλυμπό τους να πουλήσεις .
Ανούσια πια θα μαραζώσεις δίχως τη χώρα,
που το δικό της πνεύμα σε επινόησε, Ευρώπη.
που το δικό της πνεύμα σε επινόησε, Ευρώπη.
(απόδοση στα ελληνικά: Σπύρος Μοσκόβου)